"Η γνώση είναι δύναμη". Επίκαιρη όσο ποτέ η ρήση του Φ. Μπέικον. Όπως κατέδειξε και η Αραβική Άνοιξη, η παιδεία είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης, της δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Ήταν κυρίως οι μορφωμένοι και η μεσαία τάξη που κρατούσαν τα ηνία της επανάστασης στην Τυνησία και περισσότερο οι νέοι, ηλικίας 20 με 35 ετών, φοιτητές και απόφοιτοι πανεπιστημίων που αισθάνονταν εξαπατημένοι από τα καθεστώτα τους. Από το Ραμπάτ μέχρι το Ριάντ γιατροί, αρχιτέκτονες, δημοσιογράφοι αγωνίζονταν για...
μεγαλύτερες ελευθερίες, μεγαλύτερη συμμετοχή, για ισότιμη πρόσβαση στην αγορά εργασίας και κυρίως για μια πραγματική και ουσιαστική προοπτική. Μια μάχη που δεν έχει κερδηθεί ακόμη, αλλά που πρέπει να συνεχιστεί και να ενταθεί μέσα από εκλογές και δημοκρατικούς θεσμούς.
Το γεγονός ότι η γνώση δίνει δύναμη και οδηγεί σε μεγαλύτερη συμμετοχή, είχε προφανώς υποτιμηθεί από τους ηγέτες του αραβικού κόσμου. Εάν δεν είχε προηγηθεί τα τελευταία 20 χρόνια η ριζική αναμόρφωση του εκπαιδευτικού συστήματος, η εξέγερση αυτή πιθανότατα δεν θα είχε γίνει ποτέ. Στον λεγόμενο Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξης του ΟΗΕ υπογραμμίζεται ότι ήδη πριν από δυο δεκαετίας οι αραβικές χώρες άρχισαν να δημιουργούν τις προϋποθέσεις για να διευκολύνουν την πρόσβαση στην εκπαίδευση. Ακόμη και ο πρώην πρόεδρος της Τυνησίας Μπεν Αλί θεωρούνταν στο πεδίο αυτό μεταρρυθμιστής. Μπορεί ολοένα και περισσότεροι πολίτες να αποκτούσαν πρόσβαση στην εκπαίδευση, ωστόσο για τους ίδιους ο δρόμος δεν οδηγούσε συνήθως πουθενά: χωρίς δουλειά, χωρίς προοπτική, χωρίς ευκαιρίες και συμμετοχή. Γιατί όλα αυτά μοιράζονταν ήδη, μεταξύ των ίδιων προσώπων. Στην Τυνησία η ανεργία κυμαινόταν πριν από την επανάσταση στο 40 %. Δικτάτορες, όπως ο Μπεν Αλί, σίγουρα δεν θα επένδυαν τόσο στην εκπαίδευση, εάν γνώριζαν τις συνέπειες που θα είχε αυτή η επένδυση για τους ίδιους.
Ένα θεμελιώδες δικαίωμα
Η διεθνής κοινότητα έχει αντιληφθεί προ πολλού ότι η εκπαίδευση είναι βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη. Έτσι στους λεγόμενους «Στόχους της Χιλιετίας» προβλέπεται η δυνατότητα βασικής εκπαίδευσης για όλους τους ανθρώπους. Εν τω μεταξύ έχουν σημειωθεί βήματα προόδου, ωστόσο σε ορισμένες περιπτώσεις με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς. Το ποσοστό των παιδιών που συμμετέχουν στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση αυξήθηκε μεταξύ 1999 και 2009 κατά μόλις 7 μονάδες και έφθασε το 89 %.
Το τελευταίο διάστημα μάλιστα διαπιστώνεται επιβράδυνση των ρυθμών. Σε πολλές περιοχές της Αφρικής και της Ασίας ο στόχος δεν θα έχει επιτευχθεί το 2015. Στις αναπτυσσόμενες χώρες μόλις 87 στα 100 παιδιά ολοκληρώνουν την πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Σε πολλές φτωχές χώρες μάλιστα 4 στα 10 παιδιά εγκαταλείπουν το σχολείο πριν από την τελευταία τάξη. Λιγότερες ευκαιρίες στην εκπαίδευση έχουν τα παιδιά που ζουν σε αγροτικές περιοχές αλλά και σε εστίες κρίσης.
Εκπαίδευση = ανάπτυξη
Οι ασιατικές τίγρεις, Ινδία και Κίνα, αποδεικνύουν ότι η εκπαίδευση αποφέρει σαφή οικονομικά οφέλη. Τη δεκαετία του 1950 η Νότια Κορέα ήταν σε πολύ χειρότερη οικονομική κατάσταση από ότι πολλές αφρικανικές χώρες σήμερα. Οι επενδύσεις για την ισότιμη πρόσβαση ανδρών και γυναικών στην εκπαίδευση συνέβαλαν –πέραν της καλύτερης υγειονομικής περίθαλψης και της πρόσβασης στην αντισύλληψη- στη μείωση του αριθμού των γεννήσεων και στην οικονομική ανάπτυξη. Η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη της Κίνας αποδίδεται και στη δίψα για γνώση: για το σύνολο σχεδόν των Κινέζων κάτω των 25 ετών, η εκπαίδευση θεωρείται ζήτημα-κλειδί. Η Κίνα είναι όμως επίσης και ένα καλό παράδειγμα για καθεστώτα που επενδύουν στην εκπαίδευση χωρίς να προσφέρουν μεγαλύτερες ελευθερίες. Τα μοντέλα αυτά θα συνεχίσουν να υφίστανται, όσο θα υπάρχει μια πλειοψηφία που θα τα στηρίζει.
Εκπαίδευση = μεγαλύτερη συμμετοχή
Στους λεγόμενους «Στόχους της Χιλιετίας» προβλέπεται η δυνατότητα βασικής εκπαίδευσης για όλους τους ανθρώπους. Σε βάθος χρόνου κανένα από αυτά τα καθεστώτα δεν θα καταφέρει να αντιστέκεται σε μια καλά μορφωμένη πλειοψηφία. Όταν η τελευταία θα είναι γεγονός, τότε θα αυξηθούν και οι πιθανότητες για δημοκρατικές αλλαγές, μεγαλύτερη και ουσιαστικότερη συμμετοχή σε χώρες όπως τη Ρωσία, την Κίνα ή του αραβικού κόσμου.
Σαφώς δυσκολότερη είναι η κατάσταση σε χώρες όπως το Αφγανιστάν ή τη Νότια Κορέα. Όσο η πλειονότητα των πολιτών σε αυτές τις χώρες ζει σε φτώχεια και περιβάλλεται από τον μανδύα της κρατικής προπαγάνδας, όσο η πλειοψηφία αυτή δεν έχει μέτρο σύγκρισης και πρόσβαση σε ανεξάρτητη πληροφόρηση λόγω χαμηλής μόρφωσης, τόσο οι δικτάτορες και σφετεριστές θα μπορούν να αισθάνονται ασφαλείς.
Η προβληματική αυτή θα απασχολήσει και το φετινό Παγκόσμιο Φόρουμ της Deutsche Welle για τα ΜΜΕ που θα διεξαχθεί στη Βόννη από τις 24 έως τις 27 Ιουνίου.
[Αναδημοσίευση από kathimerini.gr, πηγή Deutsche Welle]
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου